“Πέρα από το Τζάμι”
Μια γυναικεία φιγούρα στέκεται πίσω από ανάγλυφο τζάμι, παραμορφωμένη.
Η μορφή είναι θολή, αλλοιωμένη, σαν να έχει υποστεί ρήγματα όχι μόνο σωματικά, αλλά και ψυχικά. Αυτή η παραμόρφωση γίνεται σύμβολο της σύγχυσης, της απώλειας ταυτότητας, της αίσθησης ότι δεν ανήκεις πια ούτε στον εαυτό σου.
Το τζάμι παίζει τον ρόλο ενός ορίου: ανάμεσα στον πόνο και την ελευθερία, στο τραύμα και την επανεύρεση του εαυτού. Δεν είναι διαφανές – ούτε εντελώς αδιαπέραστο. Είναι σαν μεμβράνη επιβίωσης, που επιτρέπει στη γυναίκα να υπάρχει ακόμα, να αναπνέει, ενώ όλα γύρω της αλλοιώνονται.
Και όμως, μέσα από αυτή τη θολή, παραμορφωμένη εικόνα, διαφαίνεται μια δύναμη.
Το σώμα δεν είναι σε στάση ηττημένη, το βλέμμα ―ακόμα κι αν δεν το βλέπουμε καθαρά― είναι παρόν. Η στάση εκπέμπει μια αθόρυβη διεκδίκηση: «Είμαι ακόμα εδώ. Όρθια και ξαναγίνομαι.»
Πριν από κάθε αναγέννηση, λίγο πριν την αλλαγή, υπάρχει αυτή η σιωπηλή στιγμή.
Χωρίς θριάμβους ή συνθήματα, αλλά με κάτι πιο βαθύ: την απόφαση να συνεχίσεις.
Μια γυναίκα αναδύεται μέσα από τη θολή εικόνα.
Άλλη, αλλά ολόκληρη, πέρα από το τζάμι…
